Άτακτες σκέψεις στο Πεδίο… του Άρεως

pedio-areos

Είναι ωραίες οι Κυριακές στο Πεδίο του Άρεως. Είναι Πολυπολιτισμικές.

Δε θα έλεγα διαπολιτισμικές καθώς –ακόμα- μάλλον δεν υπάρχει σταυροδρόμι, δεν υπάρχει τομή των πολιτισμών. Υπάρχει κοινός φυσικός τόπος. Και κοινός περιορισμένος χρόνος. Κοινές απαγορεύσεις. Παραπλήσιες διαφυγές.

Από την πλατεία Πρωτομαγιάς μπορείς να αρχίσεις το ταξίδι. Διαφορετικές αποχρώσεις, διαφορετικές μουσικές, διαφορετικά ομαδικά παιχνίδια. Ίδια ένταση, απόγνωση, μελαγχολία. Βλέμματα στον ουρανό. Σώματα στον ήλιο.

Συνέχεια

Καραντίνα vol#1

i_MDfMY8Η φάση είναι πρωτόγνωρη, ιστορική, κινηματογραφική και απρόβλεπτη. Εμείς οι θεατές· συνάμα πρωταγωνιστές και σκηνοθέτες. Κομπάρσος κανείς.
Το σενάριο λέει σύνεση, υπευθυνότητα, ψυχραιμία. Μόνο βασικές στάσεις. Δεν υπάρχει κείμενο. Αυτοσχεδιάζουμε. Δεν υπάρχει σπόιλερ.
Είτε το θέλουμε, είτε όχι σε αυτό θα είμαστε όλοι μαζί. Ανεξαρτήτως χώρας, θρησκείας, φυλής, φύλου, κοινωνικής θέσης και τάξης.
Ένα σώμα που απειλείται, ένα σύνολο με κοινές σκέψεις, κουβέντες, ταυτόσημες ανησυχίες.
Η απόσταση που σημαίνει ζωή και αλτρουισμό. Η εξ αποστάσεως ένωση που σημαίνει αγάπη, αλληλεγγύη, διάδραση δύναμης.
Οι ρυθμοί της καθημερινότητας πέφτουν. Ο χρόνος αυξάνεται. Οι ψυχαναγκαστικές συνήθειες της κατανάλωσης παύονται μέχρι νεωτέρας.
Συνέχεια

(πού;) Πάει ο παλιός ο χρόνος..

dsc00650

Καθώς πάω να αδειάσω το τασάκι, που σημειωτέων είχε τόσο πολύ γεμίσει αποτσίγαρα, ένεκα της μοναχικότητας, της απώλειας και της ανιδιοτέλειας, (το τελευταίο άσχετο αλλά το αφήνω γιατί βγάζει γέλιο) που σβήνοντας το τελευταίο τσιγάρο, έπαιρνε ξανά φωτιά το πρώτο!

Το αδειάζω λοιπόν στη σακούλα και περιμένω να δω αν θα μυρίσει φωτιά μπας και προλάβω και παρέμβω προτού γίνω παρανάλωμα -πράγμα που λίγο με ενδιαφέρει τη συγκεκριμένη στιγμή, ή προτού πεθάνω από αναθυμιάσεις και την επαύριον πουν στις ειδήσεις ότι πέθανα από αυτοσχέδιο μαγκάλι -πράγμα που με ενδιαφέρει ακόμα λιγότερο.

Και καθώς περιμένω ανυπομονώντας να καπνίσω το παρθενικό τσιγάρο του άδειου, πλέον, σταχτοδοχείου και επιτέλους να το σβήσω χωρίς να γεμίσει στάχτη το δάχτυλό μου μέχρι την πρώτη φάλαγγα, η σακούλα αρχίζει να σαλεύει.

Συνέχεια

Οι γιορτές της αγάπης

indexΟι «γιορτές της αγάπης» είχαν φτάσει ήδη τα 37 συνεχόμενα χρόνια που συνέβαιναν στη μικρή κομητεία της Πέυν στην Οκλαχόμα. Ήταν ένα τριήμερο μουσικοχορευτικό γεγονός συνδυασμένο με τον διαγωνισμό του πιο αγαπημένου ζευγαριού.

 Τα ζευγάρια της κομητείας που λάμβαναν μέρος στο διαγωνισμό συναντιόντουσαν κάθε χρόνο την πρώτη μέρα της άνοιξης στο πάρκο, χόρευαν και διασκέδαζαν υπό το βλέμμα των «κριτών της αγάπης». Την τρίτη μέρα όλα τα ζευγάρια έδιναν μια δημόσια συνέντευξη. Οι ερωτήσεις ήταν κοινές σε όλους και στο τέλος είχαν 7 λεπτά ελεύθερης περιγραφής της αγάπης που τους δένει σε μια τελική προσπάθεια να πείσουν το κοινό να τους ψηφίσει για το πιο αγαπημένο ζευγάρι της χρονιάς.

Συνέχεια

Η μέρα που άνθιζε η λεβάντα

Ο Ζαν ήταν ένας καλλιεργητής λεβάντας στη Προβηγκία της Γαλλίας. Γνώριζε όσο κανείς τα μυστικά αρωματικού αυτού βότανου. Μυημένος από όταν θυμόταν τη ζωή του στην παραγωγή αιθέριου ελαίου λεβάντας, γνώριζε με ακρίβεια τις μέρες της ανθοφορίας και επέλεγε, καλύτερα από τον καθένα, τη μέρα της συγκομιδής.

Αν και είχε λίγες εκτάσεις, το άρωμα του ελαίου της παραγωγής του Ζαν θεωρούνταν μοναδικό. Όλοι οι άλλοι καλλιεργητές προσπαθούσαν μάταια να τον μιμηθούν. Αντέγραφαν τις ώρες που πότιζε, τον τρόπο που σκάλιζε και περιποιούταν τα φυτά του και επέλεγαν την ίδια μέρα συγκομιδής με τον Ζαν. Ποτέ όμως δεν κατάφεραν να παράξουν το ίδιο δυνατό άρωμα.

Συνέχεια

Το άλογο

αλογο

25 Μαΐου 2001

Η ώρα είναι δώδεκα και κάτι τα μεσάνυχτα και ο Ζήνωνας βρίσκεται στο μπαλκόνι. Είναι η ώρα που διαθέτει, όπως λέει, στον εαυτό του. Η ώρα που χαλαρώνει και αδειάζει όλες τις σκέψεις του. Η κατάκτηση της κενής σκέψης λίγο πριν την κατάκλιση.

Κάθε νύχτα, λίγο πριν πέσει στο κρεβάτι ο Ζήνων, ένας αρχαιολόγος εργαζόμενος στην πρώτη εφορεία αρχαιοτήτων Αθήνας, δημιουργούσε ιεροτελεστικά τη δική του νιρβάνα. Μοναδικά συστατικά ένα αναμμένο κερί σιτρονέλας και ένα ποτήρι καλό κόκκινο κρασί. Χωρίς μουσική, μόνο με τον ήχο της πόλης που κατόρθωνε να απομονώνει μαζί με κάθε επίμονη και ενοχλητική σκέψη.

Εκείνο το βράδυ, μετά από εικοσιπέντε χρόνια επιτυχίας της ωριαίας απόδρασης του από την όχληση του νου, μια εικόνα πέρα από κάθε φαντασία κατάφερε να διακόψει τον ιδιαίτερο διαλογισμό του.

Ένα άλογο φάνηκε μέσα από το παραθυράκι της κουζίνας του απέναντι διαμερίσματος. Ένα λευκό άλογο σε διαμέρισμα του πέμπτου ορόφου άνοιξε το ψυγείο με το στόμα του, δάγκωσε ένα πράσινο μήλο, έκλεισε την πόρτα και περπάτησε προς τα ενδότερα του διαμερίσματος. Για λίγα δευτερόλεπτα ο Ζήνωνας κατάφερε να ακούσει τον ήχο από το μάσημα του μήλου και τα πέταλα του αλόγου να εφάπτονται με τα πλακάκια του διαμερίσματος.

Πως ήταν δυνατόν; Τι δουλειά έχει ένα άλογο στα Εξάρχεια και δη σε διαμέρισμα; Η τεχνηέντως κενή σκέψη του Ζήνωνα γέμισε ερωτηματικά σε δευτερόλεπτα. Ο βαθύς ύπνος που είχε προετοιμάσει χάθηκε οριστικά και όχι μόνο για εκείνο το βράδυ.

Συνέχεια

Τα καπάκια του Δον Τζουνώ

18801319-toilet-bowl

Ο Δον Τζουνώ, όπως συστήνονταν, ήταν ένας Ισπανός αποτυχημένος γλύπτης. Για χρόνια σμίλευε προτομές ιστορικών πρόσωπων και ανάγλυφα διάκοσμα σε ατελιέ της Ανδαλουσίας χωρίς καμία επιτυχία. Ξόδεψε όλη του την περιουσία και την μισή του ζωή αγοράζοντας μάρμαρο και καλέμια όλων των μεγεθών, έχοντας μεγάλη αφοσίωση και επιμονή. Παρόλα όμως τα χρήματα και τον χρόνο που διέθεσε, δεν κατάφερε ποτέ να πουλήσει ούτε ένα έργο του, ενώ την ίδια στιγμή αναγκάζονταν να μεταφέρεται σε όλο και μεγαλύτερες αποθήκες για να τα φυλάει.

Ο Ντουρούτι, ο Γκαουντί, ο Γκόγια, ο Θερβάντες και άλλες μαρμάρινες μορφές στριμώχνονταν πλάι σε ανάγλυφα με παραστάσεις ταυρομαχιών, στιγμές εμφύλιων μαχών και απόψεις Ισπανικών πόλεων. Θεωρούσε τα έργα του ζωντανά και τα ταχτοποιούσε πάντα με τρόπο ώστε να αναπαύονται χωρίς την παραμικρή αίσθηση ανίας.

Συνέχεια

Βατραχάκια – Η αέναη μάχη με την άβυσσο

IMG_20140823_195608-Έλα να πετάξουμε πέτρες. Να κάνουμε βατραχάκια. Έλα. Κοίτα. Μέτρα τα.

-Ένα, δύο, τρία, τέσσερα… Μάμα, δέκα έκανε ο μπαμπάς…

Πως δεν πέφτει; ρωτάει με την απορία του μικρού εξερευνητή, περιμένοντας να κατακτήσει την γνώση ενός μεταφυσικού μυστήριου, ενός εφτασφράγιστου μυστικού ή μιας αμφιλεγόμενης θεωρίας ενάντια στη βαρύτητα.

Η αέναη προσπάθεια της παραμονής στην επιφάνεια. Για λίγο ακόμα. Η ματαιότητα της αποφυγής της αβύσσου. Συνέχεια

Η απουσία της Ανδρομέδας

ανδρομεδα«Φοβάμαι τη θάλασσα. Όχι τα σκυλόψαρα. Ξέρω πως δεν υπάρχουν στο Αιγαίο. Μα να· φοβάμαι τους αχινούς. Και τις μέδουσες. Τσιμπάνε λέει και πονάς δυνατά. Καμιά φορά πρήζεσαι κιόλας. Όχι, δε θα ήθελα με τίποτα να πάθω κάτι τέτοιο. Προτιμώ να μην κολυμπήσω. Θα κάτσω έξω. Όχι στη άμμο. Εκεί γεννάν οι σκορπιοί. Θα κάτσω δίπλα, στην ταβέρνα και θα σας περιμένω. Ταβέρνα είναι, πληρώνεις, αποκλείεται να πάθεις κάτι κακό. Θέλω να πω· θα το έχουν προβλέψει. Θα πάρω έναν ελληνικό καφέ και θα διαβάσω εκείνο το βιβλίο που μου δώρισε χτες ο Νίκος.

Συνέχεια

Ο νεκρός Ρούμπη

ρουμπη νεκροςΟ Ιάσονας, μεταπτυχιακός φοιτητής στο Λονδίνο, ζούσε από τα πρώτα φοιτητικά του χρόνια στο ισόγειο μιας διπλοκατοικίας λίγο έξω από την πόλη. Στον πρώτο όροφο έμενε η σπιτονοικοκυρά του η Ελίζαμπεθ, μια κύρια μέσης ηλικίας με την οποία διατηρούσε πολύ καλές σχέσεις. Αμφότεροι περνούσαν τις ελεύθερες ώρες τους παρέα με το κατοικίδιό τους. Ο Ιάσονας είχε πάρει μαζί του από την Ελλάδα τον πιστό του φίλο Μπρετ, ένα μεγαλόσωμο γερμανικό ποιμενικό. Η Ελίζαμπεθ, χήρα και άτεκνη, μοιράζονταν χρόνο και συναισθήματα με τον Ρούμπη, ένα μικρό κατάλευκο κουνέλι. Ο Μπρετ έμενε σε ένα σπιτάκι στην άκρη του κήπου ανάμεσα στις τριανταφυλλιές και τη λεβάντα. Ο Ρούμπη κοιμόταν πλάι στο κρεβάτι της Ελίζαμπεθ σε ένα ψάθινο καλαθάκι. Καμία παρεξήγηση και κανένα απρόοπτο δεν είχε συμβεί όσες φορές αντάμωσαν τα βλέμματά τους στην πολύχρονη συγκατοίκησή τους. Συνέχεια